Κυριακή 10 Αυγούστου 2008

ΕΠΟ 21-ΕΡΓΑΣΙΑ 1η- ΑΚΑΔ. ΕΤΟΣ 2005-2006

ΕΛΛΗΝΙΚΟ ΑΝΟΙΚΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ

ΣΧΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ

Θ.Ε.: ΕΠΟ 21 «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗΣ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑΣ»

ΓΡΑΠΤΗ ΕΡΓΑΣΙΑ 1Η

της Ρόης Χάικου

ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ 2005

ΘΕΜΑ:

1. Εξετάστε τις διαφορές της ουμανιστικής γραμματείας από τη μεσαιωνική, όπως διαφαίνονται στην πεζογραφία της εποχής και προσδιορίστε την ουσιαστική καινοτομία του Δεκαήμερου στην ευρωπαϊκή πεζογραφία.

2. Εντοπίστε με συγκεκριμένα παραδείγματα από τα δυο διηγήματα πού έγκειται η πολλαπλότητα των αφηγηματικών επιπέδων και σχολιάστε σε ποιον άλλο συγγραφέα της εποχής συναντάμε την εν λόγω πολλαπλότητα.

3. Με βάση τα συγκεκριμένα διηγήματα, σχολιάστε πώς αναδεικνύεται το κριτικό πνεύμα του Βοκκάκιου μέσα από τα κωμικά και τα δραματικά στοιχεία. Εστιάστε την προσοχή σας ιδιαίτερα στις σχέσεις των δύο φύλων και σε θέματα κοινωνικής ηθικής που θίγονται στα εν λόγω διηγήματα.

ΣΥΝΟΛΟ ΛΕΞΕΩΝ ΕΡΓΑΣΙΑΣ: 1.785


ΕΙΣΑΓΩΓΗ

Το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου αποτελεί σημαντικό σταθμό στην παγκόσμια λογοτεχνία. Ο Βοκκάκιος με το Δεκαήμερο όχι μόνο έδωσε το πρότυπο της νουβέλας, αλλά ενέταξε τα αφηγήματα σε ένα ενιαίο πλαίσιο, ώστε το έργο του να έρθει πολύ κοντά με το μυθιστόρημα.

Παράλληλα, όπως θα δούμε από την ανάγνωση του έργου, εισήγαγε την πολλαπλότητα των αφηγηματικών επιπέδων, δηλ. την διάκριση ανάμεσα στον συγγραφέα- αφηγητή, στους ήρωες- αφηγητές των επιμέρους ιστοριών και στους καθ’ αυτούς ήρωες των ιστοριών και μάλιστα με χρήση διαφορετικής γλώσσας για κάθε ένα από αυτά τα επίπεδα. Απ' την αφηγηματική του τέχνη προέκυψαν αργότερα οι κανόνες του συγκεκριμένου λογοτεχνικού είδους, που θα μπορούσαμε να ισχυριστούμε ότι είναι το πρώτο είδος πεζογραφίας που καλλιεργήθηκε και από αυτό διαφοροποιήθηκαν το μυθιστόρημα και το διήγημα.

Με μια λίαν πιπεράτη γλώσσα, περιγράφει και απεικονίζει τα κοινωνικά ιταλικά ήθη της εποχής (14ος αιώνας) και εστιάζει στον άνθρωπο και τις επιδιώξεις του, στοιχειοθετώντας έναν κόσμο ανθρωποκεντρικό.


1. ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΟΥΜΑΝΙΣΤΙΚΗΣ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΕΣΑΙΩΝΙΚΗ και ΚΑΙΝΟΤΟΜΙΑ ΤΟΥ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟΥ ΣΤΗΝ ΕΥΡΩΠΑΪΚΗ ΠΕΖΟΓΡΑΦΙΑ

Εάν η εποχή του Μεσαίωνα (5ος- 13ος αιώνας) χαρακτηρίστηκε από την “θεοκεντρική” οπτική των πραγμάτων, ο Ουμανισμός (14ος- μέσα 16ου αιώνα) στηρίζεται στην “ανθρωποκεντρική” θεώρηση του κόσμου. Ο άνθρωπος ορίζεται ως κέντρο του σύμπαντος και μάλιστα δίνει έμφαση στην καθημερινότητα και την επί γης ζωή[1]. Αυτή η διαφορετική κοσμοθεωρία είναι διάχυτη στην γραμματεία της εποχής, όπου οι ήρωες επιδιώκουν την βελτίωση του καθημερινού βίου τους, αποκτούν παιδεία, αναπτύσσουν τις γνώσεις τους, αναζητούν την ευδαιμονία.

Παράλληλα, δεν φοβούνται να ασκήσουν κριτική στις κοινωνικές και ηθικές δομές, χρησιμοποιώντας κωμικά, ακόμη και ερωτικά στοιχεία. Η ανθρώπινη ύπαρξη δείχνει να “απενοχοποιείται” από το… Προπατορικό Αμάρτημα, την “ελέω Θεού” ύπαρξη που έχει επιβάλει κατά την διάρκεια του Μεσαίωνα η Καθολική Εκκλησία. Η τάση της αναγέννησης της ανθρώπινης ύπαρξης είναι διάχυτη στο Δεκαήμερο του Βοκκάκιου (1313- 1375), ο οποίος κριτικάρει έντονα την στάση της εκκλησίας, κατηγορώντας την για υποκρισία, κυρίως στο διήγημα «Ο Πεπτωκώς Άγγελος»[2] «νομιμοποιεί» την ερωτική επιθυμία και διακηρύττει τα ίσα δικαιώματα των δύο φύλων.

Κατά τη διάρκεια του Μεσαίωνα η λογοτεχνία στηρίζεται κυρίως, στην παρουσία του έμμετρου λόγου, τη χειρόγραφη μορφή των παλαιών και νεότερων κειμένων, τη διάδοση της μετάφρασης ως μέσου αναπαραγωγής και καλλιέργειας του γραπτού λόγου κ.ά.[3] Αντίθετα, την εποχή του ουμανισμού, ο πεζός λόγος επικρατεί του έμμετρου και η γραφή κυριαρχεί έναντι της προφορικότητας, κάτι στο οποίο συνέβαλε και η διάδοση της τυπογραφίας. Στο πλαίσιο αυτό, διαδίδεται από τον 15ο αιώνα η μεταγραφή μεσαιωνικών έμμετρων επών και μυθιστοριών δημωδών γλωσσών σε πεζή μορφή. Παράλληλα, σύμφωνα με τον Γιώργο Βάρσο, γράφονται σε πεζό λόγο και οι πρώτες συλλογές διηγημάτων (νουβέλες- σύντομα και περιεκτικά αφηγήματα) αλλά και μυθιστορήματα (μεγάλη έκταση και σύνθετη δομή αφήγησης).[4]

Σε αυτήν την περίοδο έρχεται το Δεκαήμερο το οποίο θα ασκήσει μεγάλη επιρροή στη μετέπειτα ευρωπαϊκή λογοτεχνία καθώς χαρακτηρίζεται από δύο εξαιρετικής σημασίας καινοτομίες: πρώτον, εντάσσει τα αφηγήματα σε ένα ενιαίο πλαίσιο (cornice)[5], πλησιάζοντας το μυθιστόρημα και δεύτερον, εισάγει την πολλαπλότητα των αφηγηματικών επιπέδων. Αυτό σημαίνει ότι διαχωρίζει σε τρία επίπεδα την αφήγηση: συγγραφέας-αφηγητής, ήρωες-αφηγητές των επιμέρους ιστοριών και ήρωες των ίδιων ιστοριών. Αναφέρει χαρακτηριστικά ο Γ. Βάρσος[6]: “σε καθένα από τα τρία επίπεδα ο λόγος ορθώνεται με διαφορετικό τρόπο, ανάλογα με την παιδεία και την οπτική γωνία του ομιλούντος ή γράφοντος.[…] Το λογοτεχνικό αποτέλεσμα δεν είναι μια χαώδης παράθεση διαφορετικών γλωσσικών ιδιωμάτων, αλλά μια διαρκής εναλλαγή τόνων και τρόπων μέσου ύφους.”

2. ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑΤΑ ΠΟΛΛΑΠΛΟΤΗΤΑΣ ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΩΝ ΕΠΙΠΕΔΩΝ ΣΤΟ ΔΕΚΑΗΜΕΡΟ

Όπως προαναφέραμε ο Βοκκάκιος χρησιμοποίησε τρία επίπεδα στην αφήγησή του ανάλογα με το υποκείμενο. Στο διήγημά του «Ο Πεπτωκώς Άγγελος»[7] ο συγγραφέας- αφηγητής περιγράφει τις αντιδράσεις των ηρώων- αφηγητών στο άκουσμα των ιστοριών, αλλά και το κλίμα που επικρατεί στην συντροφιά. Χρησιμοποιεί το μέσο ύψος, δηλαδή απλό, σοβαρό, λόγο, ούτε λαϊκό, ούτε πομπώδη, αλλά με στοιχεία υψηλής παιδείας.

Η εισαγωγή του διηγήματος μας μεταφέρει σε ένα συναισθηματικά φορτισμένο περιβάλλον από την προηγούμενη ιστορία όπου παρεμβαίνει ο βασιλιάς, για να δώσει το βήμα στον επόμενο αφηγητή. Ωστόσο, προτού το πράξει, θα μεταφέρει, με λόγια βαθιά, τα συναισθήματα που του προκάλεσε η ιστορία, κάνοντας απολογισμό και αυτοκριτική: «η κάθε ώρα της ζωής μου με σκοτώνει χίλιες φορές, δίχως να μου δίνει σε αντάλλαγμα ένα λεπτό χαράς»[8]. Το λόγο παίρνει η αφηγήτρια-ηρωίδα Παμπινέα, που ξεκινά την ιστορία του καλόγερου Αλμπέρτο, με τρόπο κριτικό για την διάβρωση της εκκλησίας και δεικτικό για τους ευκολόπιστους ανθρώπους, την αφέλεια και το υπερφίαλο της εξωτερικής εμφάνισης έναντι του πνευματικού κάλλους.

Οι διάλογοι μεταξύ των ηρώων που ακολουθούν είναι σε γλώσσα καθημερινή, ενώ η αφήγηση έχει έντονα κωμικά στοιχεία. Έτσι, η Παμπινέα περιγράφει «… μια μέρα που η ντόνα Λιζέτα συζητούσε με μια κυράτσα πάνω στο ζήτημα της ομορφιάς, θέλοντας να δείξει πώς ξεπερνούσε σε ομορφιά όλες τις άλλες, είπε με το κούφιο κεφάλι της…»[9] Η περιγραφή είναι ζωντανή, διασκεδαστική, αλλά η αφηγήτρια κρατά τις απαραίτητες αποστάσεις από τους λαϊκούς ήρωες της.

Στο διήγημα «Το Γεράκι»[10] από το Δεκαήμερο, η βασίλισσα αναλαμβάνει την αφήγηση της ιστορίας, περιγράφοντας τις αρετές του Κάπο ντι Μποργκέζε Ντομενίκι, στον οποίο αποδίδει την «πατρότητα» της ιστορίας. Ο Βοκκάκιος, αντί να αρχίσει αμέσως την αφήγηση, παρεμβάλει ένα ξένο πρόσωπο, για να εξυμνήσει την αξία της αρετής και της καλής συμπεριφοράς έναντι της ευγενούς καταγωγής. Η ιστορία του «Γερακιού», μια τραγική και συγκινητική αφήγηση, γεμάτη διδάγματα, χαρακτηρίζεται από στοιχεία μεγαλοσύνης, ενώ οι διάλογοι είναι γραμμένοι σε γλώσσα ευγένειας, τρυφερότητας.

Τα βήματα του Βοκκάκιου θα ακολουθήσουν πολλοί συγγραφείς, μεταξύ των οποίων ο Τζιοβάν Μπατίστα Τζιράλντι ή Cinzio, συγγραφέας των Εcatommiti, o Τζιοβάν Μπατίστα Τζεντίλε με το Διήγημα των διηγημάτων κ.ά.[11] Άλλωστε η επιρροή του Δεκαημέρου θα διαρκέσει για τρεις αιώνες. Ωστόσο, σχεδόν έναν αιώνα μετά από την συγγραφή του Δεκαημέρου, ο Ραμπελαί (1484- 1553) με την σειρά ουμανιστικών έργων του Γαργαντούας (1534) και Πανταγκρυέλ (1532), παρουσιάζει ανάλογα δείγματα πολλαπλότητας, κυρίως με την ιδιαιτερότητα της γραφής του. Ένα «εργαστήριο γραφής», όπως την χαρακτηρίζουν τα Ευρωπαϊκά Γράμματα[12]. Πρόκειται για σύνθεση πολλών και διαφορετικών ειδών γραφής, με γλώσσα σε κάθε ύφος, από το διδακτικό στο φιλοσοφικό και από το σατυρικό στο χυδαίο, από το στίχο στο δοκίμιο, από τη δραματική ένταση στη φάρσα, με διαρκή έμφαση στο κωμικό στοιχείο. Ουσιαστικά εισαγάγει την έννοια της παρωδίας, δηλαδή την αναπαραγωγή του γλωσσικού ιδιώματος ή κειμένου με κωμικά αποτελέσματα. Πρόκειται για τη «μυθιστορηματική γραφή» του Ραμπελαί όπως ονομάστηκε και στην οποία οι διάφοροι τρόποι ανάπλασης και αναπαράστασης της πραγματικότητας γίνονται οι ίδιοι αντικείμενο μίμησης.[13]

3. ΤΟ ΚΡΙΤΙΚΟ ΠΝΕΥΜΑ ΤΟΥ ΒΟΚΚΑΚΙΟΥ

Το Δεκαήμερο του Βοκκάκιου έχει γίνει γνωστό για τον ερωτικό χαρακτήρα και την αντι-εκκλησιαστική στάση πολλών από τα 100 διηγήματα που το απαρτίζουν και αποτελεί μια απάντηση στην κοινωνική και πολιτική διάλυση που προκάλεσε η επιδημία της πανούκλας στην Φλωρεντία. Μέσα σε αυτό το πολιτικό και κοινωνικό κλίμα, με τον ουμανισμό να αναπτύσσεται και την πανώλη να έχει καταστρέψει την Φλωρεντία το 1348, το κριτικό πνεύμα του Βοκκάκιου βρίσκει πρόσφορο έδαφος για να αναπτυχθεί, εστιάζοντας όπως θα δούμε παρακάτω, στις ανθρώπινες σχέσεις και την κοινωνική ηθική της εποχής.

Η εκκλησία είναι ο πρώτος πυρήνας της κοινωνίας που περνά από το «μικροσκόπιο» της πένας του, καθώς προκύπτει ότι δεν μπορεί να ανεχθεί την υποκρισία του κλήρου. Θα χρησιμοποιήσει, λοιπόν, ένα λωποδύτη που θα τον «ντύσει» καλόγερο και ο οποίος, εκμεταλλευόμενος την δύναμη των αμφίων του, θα εξακολουθήσει να εξαπατά ανυποψίαστους ή αφελείς ανθρώπους. Στο διήγημά του «Ο Πεπτωκώς Άγγελος» αναφέρει χαρακτηριστικά: «… Αυτή η παροιμία μού δίνει άφθονο υλικό όχι μόνο για να εκπληρώσω την υποχρέωσή μου (σ.σ την αφήγηση), αλλά και να τονίσω την υποκρισία των ιερωμένων […] Δεν είναι υποχρεωμένοι όπως οι κοινοί θνητοί, να κερδίσουν τον Παράδεισο· αυτόν τον έχουν νόμιμο τσιφλίκι τους, ενώ εμείς, ανάλογα με τα λεφτά που τους αφήνουμε πεθαίνοντας, βρίσκουμε μια θεσούλα λιγότερο ή περισσότερο τιμητική»[14]. Αυτή η αναφορά θα μπορούσαμε να πούμε ότι περικλείει όλη την απόρριψη και απαξίωση που νιώθει για την εκκλησία. Στη συνέχεια, ο… αφορισμός του κλήρου δεν γίνεται με σκληρή γλώσσα όπως παραπάνω, αλλά μέσα από την διακωμώδηση του απατεώνα, μέσα από τα παθήματά του, που φέρνουν γέλια στους αναγνώστες. Πρόθεσή του αναφέρουν τα ΕΓ είναι να σατιρίσει τις αξίες και τις συμπεριφορές που θεωρούνται αυτονόητες[15], όπως η εγκράτεια και η ταπεινοφροσύνη των ιερωμένων, η σύνεση κλπ.

Στο ίδιο διήγημα καυτηριάζει την ευπιστία του ποιμνίου σε όσα εκστομίζουν οι ιερείς και εν προκειμένω ο πατέρας Αλμπέρτο, που καταφέρνει να πείσει την νεαρή και αφελή Λιζέτα ντα Κουιρίνο ότι ο Αρχάγγελος που θαυμάζει προσωπικά τα κάλλη της, χρησιμοποιεί το σώμα του για να την κατακτήσει ερωτικά. Και πάλι, οι χαρακτηρισμοί για την ευκολόπιστη πλην όμορφη κοπέλα κινούνται σε χιουμοριστικά επίπεδα, χωρίς να προκαλεί αρνητικά αισθήματα για το θύμα, μια που φαίνεται να αποδέχεται τις γυναίκες ως ίσες. Άλλωστε, από τους δέκα πρωταγωνιστές-αφηγητές του έργου του, επτά είναι γυναίκες και στις αναγνώστριές του αφιερώνει το βιβλίο του[16].

Σε ο,τι αφορά τις ανθρώπινες σχέσεις, τάσσεται υπέρ των ευγενικών επαφών, της αρετής και του πλούτου στα συναισθήματα, ενώ παρουσιάζει τις γυναίκες απελευθερωμένες στον τομέα του έρωτα. Μιλά για το δικαίωμα της «σάρκας», τα ίσα δικαιώματα για τα δύο φύλλα , καθώς και για την αρετή ως μοναδικό κριτήριο στην επιλογή συντρόφου[17]. Η Λιζέτα στον «Πεπτωκότα Άγγελο» δεν διστάζει να απατήσει τον σύζυγό της, διεκδικώντας το δικαίωμα στην ηδονή, επιλέγοντας το αντικείμενο του πόθου της. Αντίθετα, στο «Κοράκι» ο ανολοκλήρωτος έρωτας του Φεντερίγκο, η ανάγκη να ευχαριστήσει την αγαπημένη του, η μεγαλοψυχία και η «θυσία» του μοναδικού αγαπημένου του πλάσματος, θα αποζημιωθεί, κερδίζοντας εντέλει την καρδιά της Τζιοβάνα. Ο ήρωας καταφέρνει να ανακάμψει κοινωνικά, βγαίνοντας από την φτώχεια χάρη στην αρετή του, ένα ηθικό δίδαγμα του ουμανιστή συγγραφέα. Άλλωστε, ο ίδιος δεν αποκλείει, όπως αναφέρουν τα ΕΓ, «τη δυνατότητα να είναι οι γυναίκες οι πρωταγωνίστριες ενός ανάποδου κόσμου», δηλαδή μιας κοινωνίας όπου δεν κυριαρχούν άντρες με τις μη φυσικές αρετές τους.[18]

Εν κατακλείδι, θα πρέπει να σημειώσουμε ότι όλο το Δεκαήμερο βασίζεται σε μια ουμανιστική αρχή: οι ήρωες αν και δεν ανήκουν στην τάξη των ευγενών, διαθέτουν υψηλή παιδεία, ευγενική συμπεριφορά. Αυτά τα στοιχεία συνθέτουν το προφίλ των «καλών ηρώων» του, των ολοκληρωμένων ανθρώπων με βάση τον ουμανισμό, όπως για παράδειγμα ο Φεντερίγκο στο «Κοράκι». Αντίθετα, οι «κακοί» πρωταγωνιστές, όπως ο Αλμπέρτο στον “Πεπτωκότα Άγγελο” δεν έχουν ηθική, δεν ανταποκρίνονται στα κριτήρια αγαθότητας της ανθρώπινης φύσης


ΕΠΙΛΟΓΟΣ

Με το Δεκαήμερο ο Βοκκάκιος άφησε ένα έργο–σταθμό στην ιστορία του τολμηρού αφηγηματικού λογοτεχνικού είδους και θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι το πρώτο επώνυμο έργο καθαρής λογοτεχνικής πεζογραφίας. Εισήγαγε το μέσο ύφος, δηλαδή τον λόγο μεταξύ του κοινού της λαϊκής παράδοσης και του υψηλού της τραγωδίας ή του έπους, έναν λόγο σεμνό και σοβαρό στα πρότυπα της λογιοσύνης του ουμανισμού. Παράλληλα, εμπνεύστηκε και καθιέρωσε την πολλαπλότητα των αφηγηματικών επιπέδων, προσαρμόζοντας την γραφή ανάλογα με την πνευματική και κοινωνική στάθμη των ηρώων του.

Μέσα από την ουμανιστική παιδεία του καταφέρνει να παρουσιάσει την ρεαλιστική εικόνα της κοινωνίας του 14ου αιώνα και να περάσει μηνύματα μπροστά από την εποχή του: ισότητα των δύο φύλλων, ελευθερία στον έρωτα, προσωπική αξία του ανθρώπου και του πνευματικού πλούτου του έναντι της καταγωγής, της εμφάνισης ή της οικονομικής στάθμης.



[1] Γιώργος Βάρσος, Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο, Πάτρα 1999, τομος Α, σελ.114

[2] Βοκάκιος, Δεκαήμερον- Ο Πεπτωκώς Άγγελος, Γράμματα, Αθήνα 1993, σελ. 319- 329

[3] Γιώργος Βάρσος, ο.π., σελ. 75-76

[4] στο ίδιο, σελ. 149

[5] Annick benoit- Dusausoy, Guy Fontaine, Ευρωπαϊκά Γράμματα- Ιστορία της Ευρωπαϊκής Λογοτεχνίας, Σοκολη, Αθήνα 1992, τόμος Α, σελ. 280

[6] στο ίδιο, σελ. 154- 155

[7] Βοκάκιος, ο.π.

[8] στο ίδιο, σελ. 319

[9] στο ίδιο σελ. 326

[10] Βοκάκιος, Το Δεκαήμερο- Το Γεράκι,. Κλασικά Παπύρου, Αθήνα 1972, τόμος 3ος, σελ. 12-18

[11] Annick Benoit- Dusausoy, Guy Fontaine, ο.π., σελ. 280- 281

[12] στο ίδιο, σελ. 425- 426

[13] Γιώργος Βάρσος, οπ,. σελ. 157

[14] Βοκκάκιος, ο.π., σελ. 320- 321

[15] Annick Benoit- Dusausoy, Guy Fontaine, ο.π., σελ 308

[16] Γιώργος Βάρσος, ο.π., σελ. 153

[17] Annick Benoit- Dusausoy, Guy Fontaine, στο ίδιο

[18] Annick Benoit- Dusausoy, Guy Fontaine, ο.π. σελ 308- 309

Δεν υπάρχουν σχόλια: